Μεταπηδήστε στο περιεχόμενο

ΤΟΞΩΤΕΣ ΓΕΦΥΡΕΣ: ΤΑ ΓΕΦΥΡΟΥΔΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ

Από την αρχαιότητα η διάβαση ποταμών αποτελούσε ένα πρόβλημα το οποίο απαιτούσε δραστικές λύσεις για την διευκόλυνση της καθημερινότητας. Για τον λόγο αυτό κατασκευάζονταν γέφυρες και γεφύρια, που παρά την περιορισμένη τεχνολογική εξέλιξη της εποχής, κατάφεραν και διατηρούνται έως και σήμερα σε χρήση. Στην Ελλάδα υπάρχουν πολλές γέφυρες και γεφύρια, οι οποίες αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της πολιτιστικής κληρονομιάς και της λαϊκής αρχιτεκτονικής.

Η εξέλιξη στην κατασκευή των γεφυρών ακολούθησε αυτή των δρόμων. Στη χώρα διαχωρίζονται τρεις φάσεις, αναλόγως με τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν. Οι πρώτες γέφυρες ήταν χτισμένες κυρίως από κορμούς δέντρων ή ογκόλιθους. Μετέπειτα, αυτοί που συνέβαλαν περισσότερο στην εξέλιξη της κατασκευής των γεφυρών, ήταν οι Ρωμαίοι. Αυτοί χρησιμοποιούσαν επεξεργασμένες πέτρινες πλάκες και μια πρώιμη μορφή  συνθετικού υλικού που θυμίζει τσιμέντο. Το υλικό αυτό σε συνδυασμό με την τεχνική της αψίδας με ημικυκλικό τόξο έκανε τις γέφυρες πιο ανθεκτικές και ομοιόμορφες. Η τρίτη φάση γίνεται με πιο σύγχρονα μέσα, με τη χρήση ατσαλιού και οπλισμένου σκυροδέματος.

Η τεχνική του ημικυκλικού τόξου όμως αποτέλεσε σημείο αναφοράς στον χώρο της αρχιτεκτονικής, αφού χρησιμοποιήθηκε και στην κατασκευή κτιρίων, καθιστώντας τα γερές κατασκευές με μεγάλα ανοίγματα. Είναι ευρέως γνωστό ότι ο ρωμαϊκός πολιτισμός ήταν αυτός που έκανε συστηματική την χρήση του τόξου, ωστόσο η χρήση της συγκεκριμένης τεχνικής εμφανίζεται και στην αρχαία Ελλάδα. Σημαντικό παράδειγμα αποτελεί η γέφυρα του Αρκαδικού, γνωστή και ως γέφυρα της Καζάρμας, που βρίσκεται κοντά στο χωριό Αρκαδικό στην Αργολίδα. Χτίστηκε περίπου τον 13ο αιώνα π.Χ. και χαρακτηρίζεται ως η αρχαιότερη διατηρημένη τοξωτή γέφυρα της Ευρώπης που χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα.

Η «Καμάρα» στο Κλειδί Ημαθίας

Όσοι περνούν έξω από το χωριό Κλειδί Ημαθίας, μέσω της εθνικής οδού Θεσσαλονίκης-Αθήνας θα έχουν παρατηρήσει ότι σε κοντινή απόσταση, νοτιοανατολικά του χωριού υπάρχει το τόξο μιας καμάρας. Ωστόσο, λίγοι είναι αυτοί που γνωρίζουν την ιστορία του.

Πρόκειται για το μοναδικό τόξο που διασώζεται από τη ρωμαϊκή γέφυρα, η οποία κάποτε γεφύρωνε την όχθη του ποταμού Λουδία και του Αλιάκμονα. Σύμφωνα με τη θεωρία του περιηγητή A. Struck, η οποία είναι και η επικρατέστερη, η γέφυρα είχε μήκος 210 μέτρα και αποτελούταν από 13 αψίδες. Η διασωζόμενη καμάρα σχηματίζεται από επεξεργασμένους ημικυκλικούς λίθους και έχει ύψος 6,52 μέτρα. Σαφώς, το ύψος που καταγράφεται σήμερα είναι πολύ διαφορετικό από το αρχικό, αφού έχει μεταβληθεί η επιφάνεια του εδάφους.

Από τα αρχαία χρόνια ο ποταμός Λουδίας ήταν σημαντικός για την ανάπτυξη των γύρω περιοχών. Αποτελούσε δίαυλο θαλάσσιας επικοινωνίας με το Θερμαϊκό κόλπο. Άλλωστε, για αυτόν τον λόγο η πρωτεύουσα των Μακεδόνων μεταφέρθηκε από τις Αίγες στην Πέλλα. Η νέα πρωτεύουσα βρισκόταν σε απ’ ευθείας επικοινωνία με την ανοιχτή θάλασσα. Ωστόσο μεγάλο πρόβλημα αποτελούσε η μη σύνδεση Θεσσαλονίκης με την Πιερία. Ιστορικές πηγές αναφέρουν ότι η περιοχή των εκβολών του Λουδία και του Αλιάκμονα ήταν διαβατή αλλά δεν υπήρχε μέχρι τότε μια κατασκευή για να τους ενώνει.

Έτσι, τον 3ο αιώνα μ.Χ. οι Ρωμαίοι κατασκεύασαν ένα οδικό δίκτυο, το οποίο περνούσε από την Πιερία, διέσχιζε τα παράλια της Ημαθίας και μέσω του γεφυρωμένου Λουδία έφτανε στη Θεσσαλονίκη. Το τόξο που διασώζεται φανερώνει αυτή την ρωμαϊκή γέφυρα που ένωνε την κοίτη του Λουδία και του Αλιάκμονα. Η γέφυρα ανάμεσα στις καμάρες ήταν χτισμένη από πέτρες ποικίλου μεγέθους και συνδεόταν μεταξύ τους με κονίαμα και πλίνθους.

Στο βιβλίο του Γιάννη Δ. Μοσχόπουλου «Το Ρουμλούκι (Καμπανία): Κατά την πρώιμη και μέση οθωμανοκρατία(14οςαιώνας-1830)» καταγράφεται ένας μύθος που ακόμη διαδίδεται.  Κατά τη διάρκεια της κατασκευής της γέφυρας, οι τεχνίτες αντιμετώπισαν πολλά προβλήματα αφού σε εκείνο το σημείο βρισκόταν το πιο ορμητικό ρεύμα. Σύμφωνα με τον μύθο των κατοίκων του Κλειδιού, λέγεται ότι έπρεπε να γίνει θυσία ώστε να θεμελιωθεί η γέφυρα. Οι τεχνίτες αποφάσισαν και θυσίασαν την γυναίκα του πρωτομάστορα, η οποία ήταν λεχώνα.  Όμως η πέτρα στην οποία θυσιάστηκε η γυναίκα, έβγαζε ένα λευκό υγρό που έμοιαζε με γάλα. Οι κάτοικοι πίστευαν ότι αυτό ήταν το γάλα της λεχώνας, το λεγόμενο «γάλα της Καμάρας».

Η Καμάρα ονομάζεται και «τα Γεφυρούδια του Μεγαλέξανδρου». Η ονομασία οφείλεται στο γεγονός ότι οι Έλληνες συνήθιζαν να ταυτίζουν τα αρχαία μνημεία με την εποχή που έζησε ο Μέγας Αλέξανδρος. Με το πέρασμα του χρόνου, η γέφυρα πέρασε σε αχρηστία και οι κάτοικοι έπαιρναν τις πέτρες για ιδιωτική χρήση. Λέγεται ότι σώθηκε το συγκεκριμένο τόξο διότι από εκεί «έτρεχε» το γάλα της γυναίκας του πρωτομάστορα και οι κάτοικοι πίστευαν ότι ήταν στοιχειωμένο. Για την καμάρα γίνονται αναφορές και σε αρκετά ιστορικά γεγονότα, όπως στον Μακεδονικό Αγώνα. Ο Γιάννης Δ. Μοσχόπουλος στο βιβλίο του αναφέρει ότι το μέρος που βρίσκεται το τόξο χρησιμοποιήθηκε ως χώρος εκτελέσεων από τον καπετάν Αποστόλη Ματόπουλο του Γιδά. Συγκεκριμένα, εκτελέστηκε ένα ζευγάρι εραστών που είχαν δολοφονήσει τον σύζυγο της ερωμένης για να ζήσουν τον έρωτας τους. Η  πράξη τους αποκαλύφθηκε και τιμωρήθηκαν με την εσχάτη των ποινών.

Στα τέλη του 1970 δημιουργήθηκε η νέα εθνική οδός Θεσσαλονίκης-Αθήνας και κατασκευάστηκε μια νέα σιδερένια γέφυρα. Η κατασκευή γεφυρώνει την κοίτη του ποταμού Λουδία και εξυπηρετεί στην μετακίνηση των κατοίκων της γύρω περιοχής. Δυστυχώς, η πινακίδα «υστερορωμαϊκή γέφυρα» που βρίσκεται κοντά στο μνημείο είναι πολύ δυσανάγνωστη, με αποτέλεσμα να μην δίνεται ιδιαίτερη σημασία στη διασωζόμενη Καμάρα

Γεωργία Γαϊδατζή, Δημοσιογράφος

Share this!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *