
Μια βροχερή Τετάρτη, περπατώντας στα σοκάκια της Τούμπας, ξεχωρίζουν μικρά, χαμηλά σπίτια που στέκουν ακόμη πεισματικά. Ξεθωριασμένοι τοίχοι, σκεπές που άντεξαν έναν αιώνα, αυλές γεμάτες μνήμες. Κάθε σπίτι είναι μια νησίδα ιστορίας — τα πρώτα σπίτια των προσφύγων που έφτασαν μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, αποφασισμένοι να ξαναστήσουν τη ζωή τους.

Η Μικρασιατική Καταστροφή έφερε στην Ελλάδα περίπου 1,2 εκατομμύρια πρόσφυγες, σχεδόν το ¼ του πληθυσμού. Πολλοί εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλονίκη, η οποία μόλις είχε βιώσει τη μεγάλη πυρκαγιά του 1917 και βρέθηκε ξανά αντιμέτωπη με μια τεράστια ανθρωπιστική δοκιμασία. Οι πρώτοι χώροι εγκατάστασης ήταν πρόχειροι — εκκλησίες, στρατόπεδα, ανοιχτοί χώροι — και οι συνθήκες δυσχερείς, με χιλιάδες να χάνουν τη ζωή τους. Οι επιζώντες ξεκίνησαν μια νέα αρχή. Με την ίδρυση της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων δημιουργήθηκαν οι πρώτοι οργανωμένοι συνοικισμοί και η πόλη μεταμορφώθηκε πολεοδομικά.
Η Τούμπα έγινε ο μεγαλύτερος προσφυγικός συνοικισμός. Μέσα σε μία δεκαετία ο πληθυσμός της τετραπλασιάστηκε και απέκτησε την έκταση και τη μορφή που γνωρίζουμε σήμερα — ακόμη κι αν οι μάρτυρες της τότε Τούμπας είναι πλέον ελάχιστοι, σαν ξεχασμένα χαρτόκουτα που επιμένουν να στέκουν. Τα σπίτια ήταν μικρά, συνήθως μονώροφα, και χωρίζονταν ανάλογα με τον φορέα που τα έχτισε, δημιουργώντας «οικισμούς μέσα στον οικισμό».



Κάτω από το γήπεδο, ανάμεσα σε στενά σοκάκια, στέκονται τα τελευταία προσφυγικά σπίτια του Ταμείου Περιθάλψεως Προσφύγων (ΤΠΠ). Χτισμένα τη δεκαετία του 1930, μικρά, μονόροφα, τούβλινα, με αυλές που άλλοτε γέμιζαν κηπάκια — αυτά τα σπίτια ήταν η πρώτη μόνιμη στέγη εκατοντάδων οικογενειών προσφύγων από τη Μικρά Ασία. Κάποια από αυτά φιλοξενούν ακόμη οικογένειες.



Μαζί με το αεράκι και τη βροχή ξεπλένεται η παραδοχή ότι «κάποτε ήταν όλα πιο όμορφα» — μνήμες μιας περιοχής που πολλοί δυσκολεύονται πια να φανταστούν. «Όλη η γειτονιά ήταν με μικρά σπιτάκια, γνώριζες τον γείτονα, παίζαμε στις αυλές, μεγαλώσαμε σε χωματόδρομους.» Όσοι έμειναν θυμούνται μια παιδική ηλικία σε σπίτια και σε μια περιοχή που πλέον δεν υπάρχει, παρά μόνο στις αναμνήσεις τους. Κι όμως, δεν θέλουν να εγκαταλείψουν αυτή την ανάμνηση· θα ήταν σαν να εγκαταλείπουν τους προγόνους τους — τη γιαγιά και τον παππού που καθόντουσαν σε αυτή την αυλή, που βρήκαν σωτηρία μέσα σε αυτούς τους τέσσερις τοίχους.


«Είχα ευκαιρίες να το πουλήσω και να φύγω. Γιατί κάθομαι και κοπιάζω να το κρατάω ζωντανό; Σπίτι χτισμένο το 1926, να σημειώσω. Βλέπετε, δύσκολα αποχωρίζεσαι το μέρος που μεγάλωσες, που έχεις αναμνήσεις παιδικές, με ανθρώπους που δεν είναι πια εν ζωή. Για εμένα αυτοί οι τοίχοι και τα κάγκελα είναι αναμνήσεις που δεν μπορώ να επαναφέρω. Επομένως, κρατάω ζωντανή τη μνήμη αυτών που ήταν εδώ μαζί μου και πολέμησαν για να έχω εγώ αυτή τη στέγη.»
Μας δήλωσε ο κ. Χαράλαμπος, τον οποίο συναντήσαμε πριν πάει στη δουλειά του.
Μια βόλτα στα σοκάκια αρκεί για να νιώσεις την παρουσία της ιστορίας: κάθε παράθυρο, κάθε αυλή, κάθε τούβλο κρατά ζωντανή την ψυχή της Τούμπας και των ανθρώπων της.
«Και στην τελική, πού να πάμε; Εγώ εδώ μεγάλωσα και είμαι πια πολύ μεγάλος για να φύγω και να ξεκινήσω από την αρχή. Ζω εδώ σχεδόν 100 χρόνια», είπε γελώντας. «Το μόνο που ζητώ είναι να περάσω ήσυχα τα χρόνια που μένουν, στο σπίτι που έμαθα να λέω σπίτι. Άλλο τέτοιο δεν γνώρισα και δεν θέλω να γνωρίσω. Έχουν αλλάξει όλα τριγύρω, πέρα από μερικά σπιτάκια που θυμάμαι.»
Μας είπε ο κ. Γιώργος, καθισμένος στην αυλή του εκείνο το πρωί.
Στάση 2 – Τα «Γερμανικά» σπίτια
Πριν χτιστούν τα τούβλινα σπίτια του ΤΠΠ, η Τούμπα γνώρισε τα «Γερμανικά» — ξύλινες προκατασκευασμένες κατοικίες που ήρθαν στην Ελλάδα ως πολεμικές αποζημιώσεις από τη Γερμανία μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Συναρμολογούνταν γρήγορα επί τόπου, με μικρή κάτοψη, ελαφριά στέγη και ελάχιστη μόνωση. Οι αυλές τους εξελίχθηκαν σε μικρές κοινότητες: μαγειρέματα, πλύσιμο, παιδιά που έπαιζαν ανάμεσα σε σανίδες και αυτοσχέδιες επεκτάσεις.
Από τη δεκαετία του ’30 άρχισαν να εξαφανίζονται, δίνοντας τη θέση τους στα μόνιμα προσφυγικά του ΤΠΠ. Σήμερα σώζονται ελάχιστα, όλα ακατοίκητα — σκιές μιας σχεδόν ξεχασμένης εποχής της Τούμπας.




Στάση 3 – Τα σπίτια του Ταμείου Πρόνοιας
Λίγο πιο πάνω, στην οδό Τυρολόης — εκεί όπου η γειτονιά χαμηλώνει και η πόλη μοιάζει να ησυχάζει — στέκονται ακόμη τρία συνεχόμενα σπίτια του Ταμείου Πρόνοιας, από τα ελάχιστα που έχουν παραμείνει ανέπαφα στην περιοχή.




Μικρά, μονόροφα, τούβλινα, με χαρακτηριστικές κεραμοσκεπές, σχηματίζουν μια ενιαία εικόνα που ταξιδεύει τον επισκέπτη σχεδόν έναν αιώνα πίσω. Μοιάζουν σαν τετράφωνο ξεριζωμένο από χωριό και «ξεχασμένο» στο αστικό τοπίο. Και τα τρία είναι περιποιημένα και κατοικήσιμα — δύσκολα θα υποψιαζόταν κανείς την ιστορία τους.
Στάση 4 – Οι κατοικίες του Ε.Ε.
Ένα δρομάκι πιο πάνω, σώζονται λίγες κατοικίες που ανεγέρθηκαν από το Ε.Ε., έναν από τους πρώτους φορείς οργανωμένης προσφυγικής στέγασης στην Τούμπα, πριν από την εποχή του Ταμείου Πρόνοιας. Η τελευταία που εντοπίσαμε φαίνεται να βρίσκεται στην άκρη της πόλης, εκεί όπου το τοπίο αρχίζει να γίνεται δασώδες.


Από άκρη σε άκρη, λοιπόν, η Τούμπα είναι προσφυγική.
Για το GRDiscovery,
Ρεπορτάζ, Ελπίδα Φωτιάδου
Φωτογραφίες για το GRDiscovery,
Κωνσταντίνος – Μάριος Λεωνίδας