Οι Θράκες ως λαός ήταν βαθύτατα θρησκευόµενοι, γεγονός που επιβεβαιώνεται και µέσα από τις ίδιες τις περιγραφές της αρχαιοελληνικής γραµµατείας, αλλά και από το µεγάλο αριθµό ιερών και ναών που έχουν έρθει και έρχονται συνέχεια στο φως σε κάθε σχεδόν γωνιά της Θρακικής γης. Κατά τον Πλάτωνα η Θράκη ήτανε η χώρα από όπου προήλθε η αγνή διδασκαλία και οι µυστηριακές διδασκαλίες, ενώ σε αρκετούς αρχαίους λογίους, η λέξη «Θραξ», δηλαδή «Θράκας» είναι και ταυτόσημη της έννοιας «θρήσκος».
Η θρησκευτική παράδοση της αρχαίας Θράκης, δεν διαφέρει και τόσο µε την αντίστοιχη των υπολοίπων Ελληνικών φύλων, καθώς τόσο το πάνθεο µε όλες τις ιδιότητες και τις αντιστοιχίες των θεοτήτων, όσο και οι θρησκευτικές ιεροπραξίες, είχαν σχεδόν το ίδιο περιεχόμενο.
Υπάρχει όμως και µία σημαντική διαφορά ανάµεσα στις θεότητες των Θρακών και τους Ολύµπιους θεούς που λάτρευαν οι Έλληνες. Στις πρωτόγονες κοινωνίες των Θρακών οι θεοί φερότανε από ιδιαίτερα άγρια και βάρβαρα χαρακτηριστικά, ενώ ο χαρακτήρας τους ήτανε οργιαστικός και συνδεότανε κυρίως µε τις χθόνιες δυνάµεις του σύμπαντος. Σε αντίθεση µε τον σχετικά «εξευγενισµένο» χαρακτήρα που παρουσίαζαν οι θεοί της αρχαίας Ελληνικής θρησκείας, οι θεότητες των αρχαίων Θρακών έφεραν και έναν σαµανιστικό χαρακτήρα, και συνδεότανε µε τις δυνάµεις της φύσης και του πνευµατικού κόσµου. Βέβαια όταν οι Θράκες άρχισαν να έρχονται σε ποιο στενές επαφές µε τον υπόλοιπο Ελληνικό κόσµο, και κατά κάποιο τρόπο να υιοθετούν τα ηθικά πρότυπα του Ελληνιστικού κόσµου, οι θεοί τους άρχισαν σταδιακά να «εξευγενίζονται» και να φεύγουνε από τον «άγριο» χαρακτήρα τον οποίο εξέφραζαν πριν.
Άλλωστε ορισμένοι από τους θεούς του Ολυμπιακού Πανθέου που συνδέθηκαν σε µεγάλο βαθµό µε τις λατρείες της Ελληνικής αρχαιότητας, ξεκίνησαν αρχικά να λατρεύονται στην Θράκη, και αργότερα η λατρεία άρχισε να περνά και στις υπόλοιπες Ελληνικές πόλεις, για να καταλήξει τελικώς να αποτελεί κύριο µέρος της Ελληνικής λατρείας.
Μία από τις πιο έγκυρες πηγές της αρχαιότητας σχετικά µε τις θρησκευτικές παραδόσεις των αρχαίων θρακών ήτανε ο Ηρόδοτος που παραθέτει και τις περισσότερες αναφορές σχετικά µε τις ιδιαίτερες κλήσεις των θρακών προς τις λατρείες των θεοτήτων. Σύµφωνα λοιπόν µε τον µεγάλο αυτό ιστορικό της αρχαιότητας, οι Θράκες σέβονταν ως θεούς, µονάχα τον Άρη, την Άρτεμη και τον Διόνυσο (ο οποίος συνδέθηκε περισσότερο από κάθε άλλη θεότητα µε την Θράκη), ενώ σε αντίθεση µε τους απλούς πολίτες, αρκετοί βασιλείς των Θρακών τιμούσαν ιδιαίτερα και τον Ερµή, και ουκ ολίγοι εξ αυτών καυχούταν ότι αποτελούσαν τη συνέχεια του γένους του!
Βέβαια αρκετές σύγχρονες ιστορικές και αρχαιολογικές έρευνες, συμπληρώνοντας την εκδοχή του Ηροδότου, έδειξαν ότι στην Θράκη, και κυρίως στο βόρειο τµήµα της, εκτός από τους θεούς αυτούς οι οποίοι είναι Θρακικής προέλευσης, υπήρχε και µία ευρεία λατρεία και προς άλλες θεότητες, όπως ο Ζεύς, ο Πάνας, ο Απόλλωνας, η Ήρα, και κυρίως ο Διόνυσος, γεγονός που επαληθεύεται και από το πλήθος αναθηµατικών ανάγλυφων πλακών που φέρουν ως ανάγλυφα τις µορφές κυρίως του Δία και του Απόλλωνα.
Ο ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Την κυριότερη όμως θέση µέσα στην λατρευτική παράδοση των αρχαίων Θρακών κατέχει βέβαια η λατρεία του θεού της έκστασης και το οίνου, του θεού που µέχρι και σήµερα είναι κάτι περισσότερο από ταυτισµένος µ ε τις πνευµατικές παραδόσεις της Θράκης, και δεν είναι άλλος από τον κισσοστολισµένο Διόνυσο.
Σύµφωνα µε τον µεγάλο ιστορικό της Θράκης, Κωνσταντίνο Ι. Κουρτίδη, η λατρεία του Διονύσου στην Θράκη, χάνεται στα βάθη των αιώνων, και πρέπει να έλκει τις ρίζες της στους πανάρχαιους πελασγικούς χρόνους. Ο Ηρόδοτος άλλωστε µας πληροφορεί για την ύπαρξη ενός πανάρχαιου µαντείου που ήτανε αφιερωµένο στον Διόνυσο, και λειτουργούσε από αρχαιοτάτων χρόνων στην κορυφή κάποιου υψηλού όρους στην χώρα των Βεσσών Θρακών. Αλλά εκτός αυτού σηµαντική είναι και η αναφορά του Ευριπίδη στο δραµατικό έργο του «Ρήσος» σχετικά µε την ιερή πέτρα του Βάκχου που βρίσκεται στην κορυφή του Παγγαίου.
Οι Θράκες όμως ως φημισμένοι πότες του οίνου, δεν θα µπορούσαν να µην έχουν ταυτιστεί µε την λατρεία µίας αντίστοιχης θεότητας. Η λατρεία του Διόνυσου ως Ζαγρέα, ουσιαστικά ήταν η πιο διαδεδοµένη και η πιο δηµοφιλής στην αρχαία Θράκη, και θεός αυτός κατείχε ίσως την σηµαντικότερη θέση µεταξύ του θρακικού πανθέου.
Άλλωστε και οι διονυσιακές τελετές και εορτές, θρακικής προέλευσης και αυτές, άρχισαν να κληροδοτούνται και στους υπόλοιπους Έλληνες, χάνοντας όµως τα αρχικά πρωτόγονα στοιχεία αλλά και την αγριότητα την οποία τις διέκρινε. Η τέλεση των διονυσιακών τελετών προϋπέθετε και την συνοδεία της παράφορης εκστασιακής µουσικής, µέσω της οποίας οι χορευτές έφταναν στο σηµείο να «αισθανθούν» όπως έλεγαν τον θεό, δηλαδή να αγγίξουν την θέωση. Κατά την µυθολογική παράδοση ο Διόνυσος ανατράφηκε κρυφά από τις Νύµφες σε κάποιο σπήλαιο της Νύσας, και εκεί απαντούνται και τα επίθετα του «Νύσιος» και «Νυσαίος».
Ο Διόνυσος θεωρούνταν θεός άρρηκτα συνδεδεµένος µε την γονιµότητα αλλά και την µαντική, ενώ θεωρήθηκε και δωρητής του οίνου µ ε τις θεραπευτικές ιδιότητες του προς τους ανθρώπους, και γι’ αυτό του έδωσαν και τα προσωνύµια «Ιατροµάντις» και «Σωτήρ».
Ιερά ζώα του Διονύσου ήτανε ο τράγος και το δελφίνι, ενώ ιερά φυτά του ο κισσός και η άµπελος. Αυτό άλλωστε φαίνεται να απηχείτε και µέσα από τις ίδιες τις εορτές του όπου οι πιστοί του πανηγύριζαν φέροντας φύλλα κισσού.
Οι πιστοί του Διονύσου, υπό τους ήχους των τυµπάνων και των κυµβάλων, σε συνδυασµό µε την δεινή µέθη από τον ιερό οίνο, έφθαναν στο αποκορύφωµα της έκστασης φωνάζοντας συµβολικά «ευοί, ευάν». Τον Διόνυσο πάντα συνόδευαν οι Σάτυροι και οι Σειληνοί, ενώ ακόλουθες του ήτανε οι Μαινάδες, που κάτω από την « ιερή µανία » του θεού, δηµιουργούσανε ένα φορτισµένο κλήµα µέσα στις τελετουργίες. Σύµφωνα µε έναν µύθο οι Μαινάδες ήτανε κόρες του Μίνυα, και µία µέρα που δεν εµφανιστήκανε στα Μυστήρια, ο Διόνυσος οργίστηκε µαζί τους. Τότε οι Μαινάδες έριξαν κλήρο για το ποια θα συµµετείχε στα Μυστήρια, και σ ’ αυτήν που έπεσε ο κλήρος, έριξε ο Διόνυσος την ιερή µανία του, και έσφαξε το παιδί της.
Εκτός από την λατρεία των θεοτήτων που συναντάμε και στις λατρευτικές παραδόσεις άλλων Ελληνικών πόλεων, εδώ πρέπει να σημειώσουμε πως µεγάλο µέρος της θρακικής πνευματικής και λατρευτικής παράδοσης έχουνε και οι λεγόµενοι Θρακικοί Θεοί, δηλαδή οι θεότητες που φαίνεται να λατρευόταν στην Θράκη, από αρχαιοτάτων χρόνων, προτού ακόµη καθιερωθεί το Ολύµπιο πάνθεο ως κυριότερη θρησκεία στον Ελληνικό κόσµο. Αυτό που κάνει ιδιαίτερη εντύπωση στον κάθε ερευνητή είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που παρουσιάζουν οι θεότητες αυτές όσον αφορά τον χαρακτήρα τους, που σε καµία περίπτωση δεν προσεγγίζουν τα εξευγενισµένα χαρακτηριστικά των θεοτήτων του Ολυµπιακού πανθέου.
Η ΒΕΝΔΙΔΑ
Χαρακτηριστική είναι η λατρεία της Βένδιδας, της Σεληνιακής θεότητας, της οποίας η λατρεία άρχισε να εµφανίζεται και σε άλλα µέρη της υπόλοιπης Ελλάδας κατά τον 5 ο π. Χ. αιώνα. Η Βένδιδα, ταυτίζεται µε την Εκάτη, την Αρτέµιδα, ακόµη και µε την Περσεφόνη, ενώ κατά µία άποψη αποτελεί την θρακική εκδοχή της Αρτέµιδος.
Για την λατρεία της µυστηριακής αυτής θεάς υπήρχε το αντίστοιχο «Βενδίδειον», δηλαδή ένα ιερό αφιερωµένο στην θεά που βρισκότανε στο βάθος κάποιου σκοτεινού σπηλαίου, όπου θυσιαζόταν σκύλοι προς τιμή της Βένδιδας.
Προς τιµή της θεάς τελούνταν οι αντίστοιχες εορτές που ήταν γνωστές ως «Βενδίδεια», και κάθε χρόνο διοργανωνόταν σε διάφορα σηµεία της Θράκης. Κατά τον 5 ο π. Χ. αιώνα, η τέλεση των Βενδιδείων ξεκίνησε και στον Πειραιά, όπου στην συνέχεια πραγµατοποιούνταν θεσµοθετιµένα πλέον κάθε χρόνο κατά την 19 η και 20 η του µήνα Θαργαλίωνα (Μάιο, Ιούνιο ). Από όλες τις αναφορές των αρχαίων συγγραφέων µαθαίνουµε πως οι γιορτές αυτές ήταν θεαματικότατες, διότι εκτός τις ποµπές τελούνταν και λαµπαδιδροµία έφιππων που κατέληγε σε µία μεγάλη πανήγυρη, γεγονός που µας δείχνει την ταύτιση των εν λόγω ιεροπραξιών µε τις αντίστοιχες του Διονύσου.
Η ΚΟΤΥΤΤΩ
Για την λατρεία της Κοτυττώς δεν γνωρίζουµε και πολλά πράγµατα, και µοναδική πηγή πληροφόρησης µας σχετικά µε τα όποια στοιχεία λατρείας της είναι κυρίως τα έργα του Στράβωνα.
Αυτό που γνωρίζουμε είναι πως υπήρξε µία δηµοφιλής µυστηριακή θεότητα δαιµονικής φύσεως η οργιαστική λατρεία της οποίας διαδόθηκε αργότερα και σε αρκετά σηµεία της υπόλοιπης Ελλάδας, όπου βρήκε έναν σηµαντικό κύκλο πιστών. Η λατρεία της µυστηριώδους αυτής θεότητας εκπροσωπευόταν από τις αντίστοιχες τελετές λατρείας της, τα Κοττύτια τα οποία τελούσαν οι Βάπτες, που πήρανε την ονοµασία τους από τους αυστηρούς καθαρµούς που τελούσαν πριν από κάθε ιεροτελεστία. Στην περίεργη αυτή λατρεία οι άνδρες χόρευαν ντυµένοι µε γυναικείες ενδυµασίες, και χόρευαν υπό τους ήχους της οργιαστικής µουσικής που κατέληγε σε έναν ξέφρενο εκστασιακό χορό, ο οποίος σε συνδιασµό µε τις αναθυµιάσεις που προκαλούσανε τα ειδικά θυµιάµατα, έφερνε όπως λέγανε τους πιστούς κοντά στην θεότητα.
Αυτό που έχει σηµασία να τονίσουµε είναι πως σύµφωνα µε τον Στράβωνα (Γεωγρ. 5, 470) η λατρεία της Κοττυτώς ήταν η αρχική πρωτόγονη λατρεία εκ της οποίας προήλθαν τα Ορφικά µυστήρια.
ΝΕΚΡΙΚΑ ΕΘΙΜΑ
Μέσα στην λατρευτική παράδοση των αρχαίων Θρακών σηµαντική θέση κατέχουν και οι δοξασίες που σχετίζονται με τα νεκρικά τους έθιµα, αλλά και µε την πίστη τους στην µεταθανάτια ζωή.
Τι συμβαίνει κατά την λατρευτική παράδοση µε τους νεκρούς, και ποιες ήταν οι δοξασίες στις λατρείες των αρχαίων Θρακών σχετικά µε το τόσο σηµαντικό και πανάρχαιο έθιµο της ταφής;
Απαντώντας σε µία τέτοια απορία θα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον να παραθέσουµε και ορισµένα στοιχεία σχετικά µε τα ταφικά έθιµα των Θρακών, όπως αυτά περιγράφονται από τον Κωνσταντίνο Ι. Κουρτίδη στην δυσεύρετη πλέον έρευνα του «Τα Θρακικά» (σελ. 32):
«Θάβουνε οι Θράκες τους πλουσίους κατά τον εξής τρόπο. Εκθέτουν τον νεκρό επί τρεις ηµέρες και κατά πρώτον τον κλαίνε, έπειτα σφάζουν διάφορα ζώα επιτρεπόµενα σε ιερές τελετές και ευωχούνται επί τρεις ηµέρες. Έπειτα θάπτουν τον νεκρό καίοντες αυτόν ή κατά άλλο τρόπον τον κρύπτουν στην γη. Ακολούθως προκηρύσσουν διάφορους αγώνες στους οποίους θέτουν µεγάλα έπαθλα, λαµβανόµενα παρά των νικητών κατόπιν µονοµαχίας. Φαίνεται, ότι οι Θράκες έθαβαν τους βασιλείς τους και δυνάστες τους σε τάφους, επάνω από τους οποίους κατασκεύαζαν κατόπιν διαχώµατος τεχνητούς λόφους υψηλούς, οι οποίοι σώζονται µέχρι σήµερα και είναι γνωστοί µε το όνοµα τύµβοι.»
Βέβαια εδώ πρέπει να παραθέσουµε και τις πληροφορίες που µας παρουσιάζει ο έτερος σηµαντικός ιστορικός της Θράκης Αχ. Σαµοθράκης, σχετικά µε τις αποκρυφιστικού χαρακτήρα ιεροπραξίες που πολλές φορές λάµβαναν χώρο παράλληλα µε τις νεκρικές πρακτικές:
«Εκτός των αγώνων των τελουµένων κατά την ταφή των νεκρών συνήθης εις τους Θράκας ήτανε και η νεκροµαντεία, η οποία ήτο γνωστή εις τους Έλληνας από των Οµηρικών ήδη χρόνων. Συνίστατο δε η νεκροµαντεία εις την επίκληση των ψυχών των αποθανόντων προς αποκάλυψη απόκρυφων ή µελλοντικών πραγµάτων».
Σκάναρε και προχώρησε την έρευνα:Έρευνα, Ζήσης Φυλλαρίδης