Το μαγικό ταξίδι στον κόσμο και τα ιστορικά χρόνια της μυθολογίας συνεχίζεται. Αυτή την φορά, με πρωταγωνιστή τον Ιάσονα.
Ποιος ήταν ο Ιάσονας ;
Ανατρέχοντας στο παρελθόν, για όσους δε γνωρίζουν, ο Ιάσονας (Ιάσων), κατά την ελληνική μυθολογία, ήταν ο ήρωας που ηγήθηκε της Αργοναυτικής Εκστρατείας. Σε ό, τι αφορά το ζήτημα της οικογένειας, υπάρχουν μύθοι που δε συμφωνούν στο ποια ήταν η μητέρα του. Η επικρατέστερη εκδοχή λέει ότι ο Ιάσονας ήταν γιος του Αίσονα και της Πολυμήδης, της θείας του Οδυσσέα. Ως μητέρα του, πάντως, αναφέρεται και η Αλκιμήδη ή ακόμη, σύμφωνα με τους θεσσαλικούς μύθους, η Ροιώ. Ο Ιάσονας, ωστόσο, είναι σίγουρο πως ήταν απόγονος του Αιόλου.
Η ιστορία του Ιάσονα
Ο Αίσονας, πατέρας του Ιάσονα, σύμφωνα με τον μύθο, εμπιστεύτηκε την εξουσία στον Πελία, ως την ενηλικίωση του μικρού Ιάσονα. Ο Ιάσονας, ωστόσο, ανατράφηκε στο Πήλιο και μάλιστα κοντά στον Κένταυρο Χιτώνα, ο οποίος και του δίδαξε την ιατρική. Αφού τα χρόνια πέρασαν και έχοντας ενηλικιωθεί, ο Ιάσονας πήρε τον δρόμο για την Ιωλκό. Στον δρόμο, όμως, καθώς επιχείρησε να περάσει από τον ποταμό Άναυρο, έχασε το ένα του σανδάλι, με αποτέλεσμα να εμφανισθεί στη γενέτειρα του, μονοσάνδαλος. Η αμφίεσή του ήταν επιβλητική, καθώς φορούσε το τομάρι ενός πάνθηρα και κρατούσε από μια λόγχη στο κάθε χέρι του. Το γεγονός αυτό προκάλεσε τεράστιο φόβο και τρόμο στον θείο του, τον Πελία, ο οποίος τη στιγμή που είδε τον νεαρό διάδοχο, τύχαινε να τελεί μια θυσία.
Ο Πελίας, τότε, τρομοκρατήθηκε γιατί ένας χρησμός του είχε πει να «φυλαχθεί από τον μονοσάνδαλο». Ο Ιάσονας έμεινε πέντε ημέρες στην οικία του πατέρα του κι εν συνεχεία, πήγε στον Πελία και του ζήτησε την εξουσία. Μόλις ο Πελίας συνήλθε από τον φόβο του, ρώτησε τον Ιάσονα ποια τιμωρία θα επέβαλλε σε ένα σφετεριστή του θρόνου, οπότε ο Ιάσονας του αποκρίθηκε ότι θα τον έστελνε να φέρει το «Χρυσόμαλλο δέρας», την προβιά, δηλαδή, του φτερωτού κριού που είχε φυγαδεύσει τον Φρίξο και την Έλλη. Τότε, ο Πελίας πρόσταξε τον Ιάσονα να εκτελέσει αυτή την αποστολή.
Η Αργοναυτική εκστρατεία ξεκίνησε
Μόλις πήρε την απόφαση ο Ιάσονας, βρήκε τον Άργο, τον γιο του Φρίξου και της Χαλκιόπης και χωρίς δισταγμό, ζήτησε τη βοήθειά του. Ο Άργος, τότε, μετά από συμβουλή της θεάς Αθηνάς, ναυπήγησε την « Αργώ». Ακολούθως, ο Ιάσονας έβαλε κήρυκα να γυρίσει σε όλη την Ελλάδα και να αναγγείλει την επικείμενη εκστρατεία, ώστε να έρθει να συμμετάσχει όποιος επιθυμούσε. Αυτή η εκστρατεία έγινε γνωστή από το όνομα του πλοίου, ως «Αργοναυτική» και το πλήρωμά του, ως «Αργοναύτες». Αφού το ταξίδι είχε ξεκινήσει, διασχίζοντας μερικά νησιά καθώς επίσης και τις χώρες των Βεβρύκων και των Μαριανδυνών και εφόσον απαλλάχθηκαν ο Φινέας και οι Άρπυιες, οι Αργοναύτες έφθασαν στην Κοχλίδα. Εκεί, ο Ιάσονας παρουσιάστηκε μπροστά στον βασιλέα Αιήτη, στον οποίο ο Φρίξος είχε δωρήσει το Χρυσόμαλλο Δέρας και του εξήγησε τον σκοπό της αποστολής του. Ο Αιήτης, που είχε αφιερώσει το δέρας στον θεό Άρη, είπε ότι δεν είχε αντίρρηση, αρκεί ο Ιάσονας να έζευε δύο ταύρους με χάλκινα πόδια που έβγαζαν φλόγες από τα ρουθούνια τους.
Το σχέδιο, η Μήδεια και η βοήθεια της στον Ιάσονα
Ο Ιάσονας άρχισε να σχεδιάζει το πώς θα επιτελέσει αυτούς τους άθλους, όταν μπήκε στη ζωή του η Μήδεια, η μάγισσα κόρη του Αιήτη. Η Μήδεια ερωτεύθηκε τον Ιάσονα μόλις τον είδε και γνωρίζοντας το πρόβλημα, θέλησε να τον βοηθήσει. Του ζήτησε, όμως, να της υποσχεθεί ότι θα την έπαιρνε μαζί του στην Ελλάδα και θα την παντρευόταν. Ο Ιάσων της το υποσχέθηκε και η Μήδεια του έδωσε ένα υγρό, με το οποίο άλειψε το σώμα του αλλά και την ασπίδα του. Από τη στιγμή εκείνη δε μπορούσε να τον βλάψει ούτε όπλο, ούτε φλόγα. Μόνο που η ισχύς του μαγικού υγρού έπαυε μετά από 24 ώρες. Η Μήδεια αποκάλυψε, επίσης, στον Ιάσονα ότι, καθώς θα έσπερνε τα δόντια του δράκου, από εκείνα θα φύτρωναν οπλισμένοι πολεμιστές, που θα επεδίωκαν να τον σκοτώσουν. Ο Ιάσονας μπόρεσε έτσι να ζέψει τους ταύρους, χωρίς να καεί από τις φλόγες τους και έριξε μια πέτρα ανάμεσα στους πολεμιστές που «έσπειρε», όπως τον είχε συμβουλεύσει η Μήδεια. Ετούτοι, νόμισαν ότι κάποιος από τους ίδιους την έριξε και αλληλοεξοντώθηκαν μεταξύ τους.
Αφού ο Ιάσονας επιτέλεσε τους δύο άθλους, ο Αιήτης αθέτησε την υπόσχεσή του. Προσπάθησε μάλιστα να κάψει το πλοίο και να εξοντώσει τους Αργοναύτες. Δεν απέμενε, παρά να κατορθώσει να πάρει ο Ιάσονας το Δέρας μόνος του. Όμως, το δέρας το φύλαγε ένας δράκος που δεν κοιμόταν ποτέ. Και πάλι έδρασε η Μήδεια και με τα μάγια της αποκοίμισε το θηρίο, οπότε ο Ιάσονας πλησίασε, ξεκρέμασε το Χρυσόμαλλο Δέρας από το δένδρο όπου ήταν κρεμασμένο και το πήρε μαζί του. Ο Αιήτης ήταν τόσο σίγουρος για τον δράκοντα αυτόν, ώστε δεν έδειξε την απαιτούμενη προσοχή. Οι Αργοναύτες, λοιπόν, κατάφεραν να αποπλεύσουν μαζί με το Χρυσόμαλλο Δέρας.
Το τέλος του Ιάσονα
Ο Ιάσονας, κράτησε την υπόσχεση του και παντρεύτηκε την Μήδεια, αποκτώντας μάλιστα μαζί της και έναν γιο. Έπειτα, παρέδωσε στον Πελία το Χρυσόμαλλο Δέρας. Όμως, ο Ιάσονας δε σταμάτησε εκεί, αφού ήθελε να πάρει εκδίκηση από τον θείο του, τον Πελία, για όσα είχε κάνει στον πατέρα του. Σε αυτό το σχέδιο και πάλι τον βοήθησε η δεισιδαιμονική και σατανική Μήδεια. Το σχέδιο είχε ως εξής: Μπροστά στις κόρες του Πελία έσφαξε έναν κριό και αφού τον έκοψε κομμάτια, τον μετέτρεψε, ύστερα, με μάγια σε ζωντανό αρνί, δείχνοντας έτσι ότι μπορεί να επανέλθει με τον ίδιο τρόπο σε νεανική ηλικία κάθε γεροντικός οργανισμός, ακόμα και άνθρωπος.
Οι ανόητες θυγατέρες τότε κατέσφαξαν τον γέροντα Πελία, προσδοκώντας τη μετατροπή του σε νέο, κάτι το οποίο δε συνέβη. Μετά από αυτά, ο υιός του Πελία, ο Άκαστος, έδρασε αμέσως, διαδεχόμενος τον Πελία στον θρόνο της Ιωλκού και έδιωξε από την πόλη τη Μήδεια με τον Ιάσονα. Το ζευγάρι βρήκε καταφύγιο στην Κόρινθο. Στην Κόρινθο, ο Ιάσονας και η Μήδεια έζησαν ήσυχα για τουλάχιστον 10 έτη. Με την πάροδο του χρόνου, όμως, ο Ιάσονας άρχισε να συνδέεται με την όμορφη και πολύ νεότερη θυγατέρα του Κορίνθιου βασιλιά Κρέοντα, τη Γλαύκη ή Κρέουσα. Τελικώς, τη μνηστεύθηκε. Η Μήδεια κατάλαβε τότε ότι ήταν σε δύσκολη θέση, καθώς έμενε μετέωρη σε έναν τόπο ξένο και με κλειστό τον δρόμο της επιστροφής, καθώς το έγκλημά της με τον Άψυρτο θα πληρωνόταν σκληρά στην Κολχίδα. Προσπάθησε, λοιπόν, να πείσει τον Ιάσονα να της μείνει πιστός, θυμίζοντάς του τους όρκους πίστεως που της είχε δώσει και επικαλούμενη ως μάρτυρες τους ίδιους τους θεούς.
Αυτά, όμως, αποδείχθηκαν μάταια, κάνοντας τη Μήδεια να ενεργήσει και πάλι ως μάγισσα. Απέστειλε ως γαμήλιο δώρο στη Γλαύκη έναν νυφικό χιτώνα, που μόλις τον φόρεσε πήρε φωτιά και την έκαψε ζωντανή. Το ίδιο έπαθε και ο πατέρας της, ο Κρέων, προσπαθώντας να τη βοηθήσει. Για τον Ιάσονα, η Μήδεια επιφύλαξε τη σκληρότερη εκδίκηση: Σκότωσε τα δύο παιδιά τους. Από τότε, το όνομά της έγινε συνώνυμο με εκείνο της παιδοκτόνου μητέρας. Ο Ιάσονας, οργισμένος από την εκτός ελέγχου κατάσταση και τις ενέργειες της Μήδειας, αποσύρθηκε και αποφάσισε να μη συνεχίσει τον περιπετειώδη βίο του. Παρέμεινε στην Κόρινθο, όπου και λέγεται ότι καθημερινά επισκεπτόταν το γέρικο καράβι του, την Αργώ. Καθόταν με τις ώρες, άλλοτε ψάρευε, άλλοτε συλλογιζόταν, πάντα όμως στεκόταν στην πλώρη του καραβιού. Μια μέρα λοιπόν, σαν όλες τις άλλες, ένα σάπιο ξύλο έπεσε από το κατάρτι του γέρικου και τόσου ιστορικού πλοίου και δυστυχώς, ο Ιάσονας σκοτώθηκε, όχι και τόσο ηρωικά.
Ίλια Μπανταβάνη, Δημοσιογράφος