Η πρώτη εξοχική κατοικία των Βασιλέων της Ελλάδας
Πολλές ιστορίες έχουν ακουστεί γύρω από το κτήμα του Τατοΐου, την κατοικία των Βασιλέων της Ελλάδας, μέσα στα χρόνια, από την κατασκευή του έως σήμερα.
Τι από όλα αυτά, όμως, είναι αλήθεια και τι όχι; Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, βάση των ιστορικών καταγραφών που υπάρχουν.
Η τοποθεσία στην οποία βρίσκεται το Τατόι είναι δεκαπέντε χιλιόμετρα βόρεια του κέντρου της Αθήνας, στους πρόποδες της Πάρνηθας. Το αρχαίο όνομα της περιοχής είναι Δεκέλεια. Το Τατόι είναι ο τόπος γέννησης των βασιλέων Αλεξάνδρου Α΄ και Γεωργίου Β΄ και Διοικητικά υπάγεται στον δήμο Αχαρνών – Θρακομακεδόνων της Περιφερειακής Ενότητας Ανατολικής Αττικής.
Το Τατόι υπήρξε οθωμανικό τσιφλίκι και ανήκε στον Ομέρ πασά της Καρύστου και στον γιο του μουφτή των Αθηνών, Ακιασέ. Το τοπωνύμιο που έχει έως σήμερα, προέρχεται, πιθανόν, από το όνομα του Αλβανοβλάχου φύλαρχου Τατόη. Μετά την επανάσταση, το τσιφλίκι Τατόι αγοράστηκε από τον Φαναριώτη ευγενή Αλέξανδρο Καντακουζηνό, που το παραχώρησε στην κόρη του, Ελπίδα.
Το όραμα και τα κτίριά του
Μετά από παρότρυνση του Ερνέστου Τσίλλερ, περί του 1872, ο Βασιλιάς Γεώργιος Α΄ αγόρασε το κτήμα, συνολικής έκτασης 20.000 στρεμμάτων, από την οικογένεια Σούτσου, αντί 300.000 δραχμών.
Παρά το όραμα του Τσίλλερ να κατασκευάσει ένα τεράστιο ανακτορικό συγκρότημα, ο Βασιλιάς Γεώργιος Α΄ επιθυμούσε να αποκτήσει ένα κτήμα αναψυχής, παρά ένα ακόμη Βασιλικό ανάκτορο.
Έτσι, ο Τσίλλερ σχεδίασε ένα απλό διώροφο σπίτι Ελληνικού και Ελβετικού ρυθμού, με δίρριχτη στέγη, πάνω σε ψηλό βάθρο, το οποίο παραδόξως προοριζόταν, όχι ως ανάκτορο, αλλά ως βασιλικός ξενώνας, χρήση για την οποία ουδέποτε διατέθηκε.
Το πρώτο αυτό κτήριο περατώθηκε το 1874 και χρησίμευσε ως η πρώτη εξοχική κατοικία της βασιλικής οικογένειας. Οι αυξανόμενες, όμως, ανάγκες της βασιλικής οικογένειας, με την έλευση νέων μελών, ανάγκασαν τον Γεώργιο Α΄ να ανεγείρει μια νέα εξοχική κατοικία. Γι’ αυτόν τον λόγο επιλέχθηκε ο αρχιτέκτονας Σάββας Μπούκης, ο οποίος εστάλη το 1880 στη Ρωσία, προκειμένου να αποτυπώσει μια αγροικία αγγλικού τύπου και νεογοτθικού ρυθμού, έργο του Άγγλου αρχιτέκτονα Άνταμ Μένελαους, στο συγκρότημα ανακτόρων του «Πέτερχοφ», που ανήκε στον τσάρο Αλέξανδρο Β΄, θείο της βασίλισσας Όλγας. Πρόκειται για την έπαυλη Farm Palace, αλλιώς “Αγροικία”, στον τεράστιο κήπο του ανακτορικού συγκροτήματος του “Πέτερχοφ”. Έτσι, το 1884, άρχισε η κατασκευή του νέου ανακτόρου, η οποία ολοκληρώθηκε το 1886. Οι εργασίες, όμως, στον κήπο καθώς και στο εσωτερικό της βασιλικής έπαυλης, καθυστέρησαν τα εγκαίνιά της, τα οποία πραγματοποιήθηκαν τον Μάιο του 1889.
Στα τέλη του 19ου αιώνα κατασκευάστηκε μια σειρά κτισμάτων, που θυμίζουν αγροτικούς οικισμούς της δυτικής Ευρώπης. Παράλληλα, κατασκευάστηκε μια σειρά βοηθητικών κτιρίων, όπως το σχολείο των βασιλοπαίδων ή οικία Λύδερς, το διευθυντήριο ή οικία Μύντερ, το ξενοδοχείο “Τατόιον”, η οικία Στουρμ, οι ανακτορικοί στάβλοι, τα εργατόσπιτα, το Χάνι του Λύγδα κ.α..
19ος αιώνας και νέες οικοδομικές προσθήκες
Το νέο σπίτι πρωτοκατοικήθηκε από τον βασιλέα Γεώργιο το 1889, αμέσως δηλαδή μετά τον γάμο του Διαδόχου Κωνσταντίνου, στον οποίον αφέθηκε η χρήση του παλιού σπιτιού. Μέχρι το τέλος του 19ου αι. το Τατόι είχε αποκτήσει δύο ναούς. Τον Προφήτη Ηλία (1873), έναν ναό ιταλοβυζαντινής αισθητικής, με ιδιαίτερο οδοντωτό διάκοσμο, που ήταν και το πρώτο κτίσμα που περατώθηκε στο κτήμα, καθώς και τον κοιμητηριακό ναό της Αναστάσεως (1899), σε σχέδια του ανακτορικού αρχιτέκτονα Αναστάσιου Μεταξά, με πρότυπο τον βυζαντινό ναό της Παναγίας της Γοργοπεηκόου. Οικοδομήθηκε, παράλληλα, ένα υπασπιστήριο – αντίγραφο μιας δανικής έπαυλης στο Bernstorff, μερικές οικίες για αυλικούς υπηρεσίας, ένα τηλεγραφείο, η κατοικία του διευθυντή, τρία συγκροτήματα εργατόσπιτων, ένα οινοποιείο, ένα βουτυροκομείο, τρεις στάβλοι, αποθήκες, εργαστήρια και καταλύματα για τη Φρουρά. Ο παλιός ανεμόμυλος των Σούτσων μετατράπηκε σε πύργο, στον οποίο ο Γεώργιος Α΄ πρόσθεσε έναν όροφο και τον στεφάνωσε με επάλξεις. Μέσα στον πύργο διαρρυθμίστηκε ένα αρχαιολογικό μουσείο, στο ισόγειο, με τα ευρήματα των μικροανασκαφών στην περιοχή, ενώ στους ορόφους διαμορφώθηκε ένα μουσείο ζωολογίας με βαλσαμωμένα ζώα.
Το Τατόι είχε, επίσης, αποκτήσει 400 χιλιόμετρα οδικού δικτύου/αλεών, γέφυρες, άρτιο σύστημα υδροδότησης και πυρασφάλειας, καθώς και δύο μικρές τεχνητές λίμνες, τη Χήνα και την Κιθάρα.
Κατά τη διάρκεια της πρώτης δεκαετίας του 20ού αιώνα, ανεγέρθηκαν οι πέτρινοι στρατώνες, ενώ κατά την περίοδο μεταξύ 1913-14, επί βασιλείας Κωνσταντίνου Α΄, ανεγέρθηκε το κτίριο του προσωπικού. Άξιο προσοχής είναι το γεγονός πως παράλληλα με τον εξελληνισμό της ελληνικής βασιλικής δυναστείας, το Τατόι έχασε την αρχική αισθητική του ομοιογένεια και σε μεγαλύτερο βαθμό, τον βόρειο χαρακτήρα του.
Οι καταστροφές του 20ου & 21ου αιώνα.
Η μεγάλη πυρκαγιά του 1916, σηματοδότησε το τέλος της χρυσής εποχής, καθώς κάηκε το μεγαλύτερο μέρος του δάσους, κάηκαν κατά εκατοντάδες τα ελάφια που ο Γεώργιος είχε εισαγάγει από την Ουγγαρία, οι ανακτορικοί στάβλοι, ο ναός του Προφήτη Ηλία, ο πύργος στο λόφο του Ρολογιού, η οικία Λύδερς, καθώς και το παλιό ανάκτορο του Κωνσταντίνου Α΄.
Κατά την περίοδο, περίπου, προς το 1930, ανεγέρθηκε το συγκρότημα κατοικιών και εργαστηρίων, γνωστό ως «μάνδρα», όπως, επίσης και ο σταθμός χωροφυλακής. Η παλινόρθωση της μοναρχίας οδήγησε στην προσθήκη, στο κτήμα του κομψού διευθυντηρίου, έργο του Κωνσταντίνου Σακελλάριου, του μαυσωλείου, έργο πιθανόν του Εμμανούηλ Λαζαρίδη, καθώς και των διάσπαρτων πέτρινων φυλακίων της Φρουράς. Ωστόσο, επέφερε ραγδαίες τροποποιήσεις στην ίδια την έπαυλη, κατά τη διάρκεια μεγάλων επισκευαστικών εργασιών, οι οποίες έλαβαν χώρα μεταξύ του 1937 και του 1939. Αφαιρέθηκε το σύνολο του μεταλλικού δαντελωτού διακόσμου και αντικαταστάθηκε από βαριά στοιχεία, από οπλισμένο σκυρόδεμα. Τειχίστηκαν ανοίγματα και διανοίχτηκαν νέα, ενώ καταργήθηκε και το νοτιοδυτικό αέτωμα της έπαυλης.
Στα τέλη του 1948, η βασιλική οικογένεια εγκαταστάθηκε σε μόνιμη βάση στην έπαυλη, παραμένοντας εντός αυτής έως το πρωινό της 13ης Δεκεμβρίου 1967, ημέρας του Αντικινήματος κατά της Χούντας.
Στην πυρκαγιά που ξέσπασε στις αρχές του Αυγούστου 2021, κάηκε μεγάλο τμήμα του δάσους του κτήματος. Επίσης, από τη φωτιά καταστράφηκαν το κτίριο προσωπικού, η οικία φροντιστή, το κτίριο τηλεπικοινωνιών (τηλεγραφείο), το δασονομείο και το κτίριο του Διευθυντηρίου. Επίσης, από τη φωτιά κάηκαν δύο κοντέινερ, στα οποία φυλάσσονταν αντικείμενα του παλατιού.
Το Τατόι και το Ελληνικό Δημόσιο
Το κτήμα περιήλθε στο Δημόσιο, συνολικά, τρεις φορές, το 1924, το 1973 και το 1994. Πάντοτε, έπειτα από καθεστωτικές αλλαγές, είτε καταβαλλόταν αποζημίωση στην τέως βασιλική οικογένεια, είτε δημευόταν το σύνολο της περιουσίας της.
Σύμφωνα με τις νομικές και οικονομικές διαστάσεις, το ελληνικό κράτος κατέληξει να προτείνει προς το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, ως αποζημίωση, το ποσό των 15 δισεκατομμυρίων δραχμών.
Η τέως βασιλική οικογένεια, τελικά, αποζημιώθηκε. Το Ίδρυμα Άννα-Μαρία δημιουργήθηκε το 2003, με την απόδοση της αποζημίωσης για την κατάσχεση της περιουσίας της βασιλικής οικογένειας από το ελληνικό δημόσιο.
Τον Μάρτιο του 2003, το Τατόι περιήλθε στην κυριότητα του κράτους και τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, κηρύχθηκε διατηρητέο από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων, ύστερα από εισήγηση της Ελληνικής Εταιρείας για την Προστασία του Περιβάλλοντος και της Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Το όραμα για το μέλλον του
Ποια είναι, όμως, τα σχέδια της πολιτείας για το μέλλον του Τατοΐου, σήμερα;
Ένα συνεδριακό κέντρο 1.200 τ.μ., στην «καρδιά» του Τατοΐου, θα δημιουργηθεί εκεί όπου σήμερα βρίσκονται τα κοντέινερ του υπουργείου Πολιτισμού, στα οποία, αξίζει να σημειωθεί ότι, φυλάσσονται κούτες και βαλίτσες γεμάτες με κάθε λογής αντικείμενα, από ενδύματα, στολές και παράσημα, είδη οικιακού εξοπλισμού και πολύτιμα δώρα, μέχρι αξιόλογα έργα τέχνης από διάφορες γωνιές του κόσμου, αλλά και χειρόγραφα που αναφέρονται σε σημαντικά γεγονότα του παρελθόντος.
Είναι η μεγαλύτερη από τις εκπλήξεις που κρύβει το Ειδικό Πολεοδομικό Σχέδιο για την αξιοποίηση του χώρου. Το σχέδιο, που ξεκίνησε τον «κύκλο» της διαβούλευσης (αρχικά με τις υπηρεσίες του Δημοσίου), εκτιμά ότι ένα τέτοιο τοπόσημο “θα σηματοδοτεί τη νέα εποχή του κτήματος”. Αυτό το σημείο δεν είναι το μόνο που πιθανότατα θα προκαλέσει συζητήσεις, καθώς το σχέδιο προτείνει να επιτραπούν προσθήκες έως 10% σε όλα τα διατηρητέα κτίρια του κτήματος. Μεγάλο τμήμα του σχεδίου θα αφορά την προσβασιμότητα, με πρόβλεψη επτά χώρων στάθμευσης με εισιτήριο και εσωτερικού μικρού λεωφορείου.
Το Ειδικό Πολεοδομικό Σχέδιο (ένα πολεοδομικό μοντέλο-ομπρέλα, που τροποποιεί χρήσεις γης και όρους δόμησης σε μια περιοχή), αφορά ολόκληρη την έκταση του κτήματος Τατοΐου, η οποία ανέρχεται σε 42.181 στρέμματα. Το σχέδιο ξεκίνησε να εκπονείται το 2021, ωστόσο, μετά την μεγάλη πυρκαγιά του Αυγούστου εκείνης της χρονιάς, ανατράπηκαν όλα τα χρονοδιαγράμματα για το Τατόι και συνεπακόλουθα, η εξέλιξη των μελετών. Η πρόσφατη πυρκαγιά του 2021 που κατέστρεψε σημαντικό τμήμα του πυκνού δάσους, αλλά και τμήμα του αρχιτεκτονικού πλούτου του κτήματος, καθώς και το καθεστώς αναδάσωσης της περιοχής που βρίσκεται σε εξέλιξη, οδηγούν προς τη διαμόρφωση μιας ακόμα ηπιότερης περιβαλλοντικά πρότασης, που στοχεύει στην αποκατάσταση και την προστασία του κτήματος, με δραστηριότητες που περιορίζονται, τουλάχιστον κατά τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του, σχεδόν αποκλειστικά στα μη δασικά τμήματα του κτήματος.
Έτσι, θα καταφέρουμε να το επισκεφτούμε μέσα στα επόμενα δύο χρόνια, καθώς σύμφωνα με το υπουργείο Πολιτισμού, ο ιστορικός πυρήνας του κτήματος θα μπορέσει να προσφέρει έναν σημαντικό πόλο αναψυχής και ευεξίας στην Αττική, καθώς και μουσειακές υποδομές που θα αφηγούνται ένα μέρος της νεότερης ιστορίας της χώρας μας!
Φωτεινή Παπάζογλου, Δημοσιογράφος